
Μια γυναίκα επισκέφθηκε πρόσφατα τα αρχεία του Βασιλικού Κολλεγίου των Ψυχιάτρων του Ηνωμένου Βασίλειου (Royal College of Psychiatrists). Ο σκοπός της επίσκεψής της ήταν η αναζήτηση αρχειακών τεκμηρίων σχετικά με την προετοιμασία και τη διεξαγωγή της επικοινωνιακής εκστρατείας «Νικήστε την Κατάθλιψη» (Defeat Depression Campaign) σχεδόν 30 χρόνια πριν (από το 1992 μέχρι το 1996, περίοδο που το αντικαταθλιπτικό φάρμακο Prozac [φλουοξετίνη] ήταν ανάμεσα στα πιο ευρέως χρησιμοποιούμενα σκευάσματα). Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης της, η γυναίκα της ιστορίας μας ανακάλυψε ότι σύμφωνα με διάφορα έγγραφα η συγκεκριμένη εκστρατεία χρηματοδοτήθηκε από φαρμακευτικές εταιρίες κατά 28 ή 44% (σύμφωνα με το ένα ή το άλλο τεκμήριο), χρηματοδότηση την οποία το Βασιλικό Κολλέγιο δεν αναγνώρισε ποτέ δημόσια. Ο βασικός στόχος της εκστρατείας ήταν η οργανωμένη διάδοση της ιδέας ότι η κατάθλιψη είναι ένα αμιγώς ιατρικό πρόβλημα το οποίο επομένως επιδέχεται πρωτίστως φαρμακολογικών θεραπειών όπως τα αντικαταθλιπτικά.
Η γυναίκα αυτή δεν είναι άλλη από την παγκοσμίως γνωστή ψυχίατρο Joanna Moncrieff το έργο της οποίας έχει αποτελέσει σημαντική παρακαταθήκη για την κριτική της ιατρικοποίησης της ψυχικής ζωής και της υπερσυνταγογράφησης φαρμακευτικών σκευασμάτων. Η Moncrieff εξέδωσε το 2008 το σημαντικό βιβλίο The Myth of Chemical Cure (Ο μύθος της χημικής ίασης, δημοσιευμένο στα ελληνικά το 2019) το οποίο ασκούσε κριτική στην ιδέα ότι τα ψυχιατρικά φάρμακα λειτουργούν επιδρώντας στο βιολογικό υπόστρωμα ψυχικών διαταραχών (νοσοκεντρικό μοντέλο), προωθώντας αντίθετα το φαρμακοκεντρικό μοντέλο το οποίο υποστήριζε ότι αυτά τα φάρμακα ασκούν επιδράσεις που υπερτίθενται επί των συμπτωμάτων των ψυχικών διαταραχών (Moncrieff, 2019). Επομένως, δεν διορθώνουν μια μη-φυσιολογική συνθήκη απλώς προκαλούν αλλαγές στη λειτουργία του εγκεφάλου με τα όποια θεραπευτικά αποτελέσματα να προκύπτουν «από την επίδραση της φαρμακοεπαγόμενης κατάστασης στα συμπεριφορικά και συναισθηματικά προβλήματα» (Moncrieff, 2019, p. 27).
Από το 2022 και έπειτα, η Moncrieff έγινε περισσότερο γνωστή στο ευρύ κοινό για τη δημοσίευση της μελέτης που έκανε με συνεργάτες της σχετικά με την επιστημονική βάση της θεωρίας της χημικής ανισορροπίας της κατάθλιψης (Moncrieff et al., 2023). Στο πρόσφατο βιβλίο της με τίτλο Chemically Imbalanced: The Making and Unmaking of the Serotonin Myth (Χημικά ανισόρροποι: Η άνοδος και η πτώση του μύθου της σεροτονίνης) η συγγραφέας αντλεί από την επαγγελματική και προσωπική της διαδρομή για να εξηγήσει εκτενώς και σε λιγότερο τεχνική γλώσσα τι την οδήγησε στο να αμφισβητήσει αυτή τη θεωρία και να περιγράψει πώς η ίδια εννοιολογεί την εμπειρία της κατάθλιψης.
Η Moncrieff επισημαίνει ότι ο σκοπός του έργου της είναι να δείξει ότι το κοινό έχει παραπλανηθεί συστηματικά σχετικά με τη φύση της κατάθλιψης και τον τρόπο δράσης των αντικαταθλιπτικών. Δεν έχει ποτέ αποδειχθεί ότι τα αντικαταθλιπτικά αποκαθιστούν κάποια χημική ανισορροπία ή άλλη υποκείμενη εγκεφαλική ανωμαλία· αντίθετα, η λειτουργία τους μπορεί να κατανοηθεί πιο εύλογα αν τα θεωρήσουμε ως ουσίες που παρεμβαίνουν στην κανονική λειτουργία του εγκεφάλου, με τρόπο παρόμοιο με το αλκοόλ ή άλλες ουσίες με ψυχοτροπική δράση. Αυτή η φαρμακοκεντρική προσέγγιση εξηγεί και την εμφάνιση συχνών ή λιγότερο συχνών, αλλά εν δυνάμει σοβαρών παρενεργειών (Moncrieff, 2025, σ. 20). Όσον αφορά την αποτελεσματικότητα τους, οι κλινικές δοκιμές υποδεικνύουν ελάχιστες διαφορές σε σχέση με την αποτελεσματικότητα του εικονικού φαρμάκου (placebo).
Η Moncrieff είναι σίγουρα μια σπάνια περίπτωση ψυχιάτρου. Στο έργο της συναντά κανείς έναν συνδυασμό προσεγγίσεων και πηγών που όταν συναντώνται δύσκολα καταλήγουν σε ένα άρτιο αποτέλεσμα. Αποτελώντας μια θαυμαστή εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα, η Moncrieff μπορεί σε μια ενότητα να αναλύσει τις τεχνικές λεπτομέρειες και τα μεθοδολογικά τεχνάσματα μιας μελέτης κλινικών δοκιμών και έπειτα να συζητήσει τα συμπεράσματα στα οποία την οδήγησε μια μελέτη αρχείων ή ενός blog με ιστορίες ασθενών.
Αυτό το βιβλίο είναι και το πιο προσωπικό της συγγραφέως. Περιγράφει με λεπτομέρειες τις μέρες που οδήγησαν σε αυτή τη δημοσίευση καθώς και το πώς βίωσε η ίδια τις αντιδράσεις των συναδέλφων της, οι οποίοι/ες έδωσαν μια σειρά από αντιφατικές ερμηνείες για τα αποτελέσματα της ανασκόπησης. Ο διάλογος πολύ γρήγορα εξελίχθηκε σε μια αντιπαράθεση παγκόσμιας εμβέλειας με κάλυψη στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και στη βρετανική και την αμερικανική τηλεόραση. Πολλοί συνάδελφοι της Moncrieff ισχυρίστηκαν ότι η συγκεκριμένη δημοσίευση δεν υποστήριξε τίποτα που δεν ήταν ήδη γνωστό, ενώ άλλοι ότι η κατάθλιψη έχει οπωσδήποτε ένα βιολογικό υπόβαθρο αλλά δεν έχουμε εξακριβώσει πλήρως τον σχετικό μηχανισμό. Κάποιοι/ες εξ αυτών περνούσαν μερόνυχτα στο Twitter (πλέον X) με επιθέσεις που παρέπεμπαν σε δολοφονία χαρακτήρα.
Η Moncrieff διευκρινίζει ότι το να υποστηρίζουμε πως η κατάθλιψη δεν είναι αποτέλεσμα μιας χημικής ανισορροπίας, δεν σημαίνει ότι οι ανθρώπινες εμπειρίες και οι πράξεις είναι αποκομμένες από το σώμα, τον εγκέφαλο ή τον υλικό κόσμο. Αντίθετα, το ισχυρότερο στοιχείο της προσέγγισής της έγκειται στη βαθιά γνώση των εγκεφαλικών μηχανισμών και των επιστημονικών μεθοδολογιών που χρησιμοποιούνται για τη μελέτη τους. Η θέση της είναι ότι η κατάθλιψη, όπως και τα υπόλοιπα συναισθήματα και οι διαθέσεις μας, πρέπει να κατανοούνται ολιστικά και όχι αποκλειστικά στο επίπεδο του εγκεφάλου. Τα συναισθήματα και οι διαθέσεις μας αποτελούν χαρακτηριστικό γνώρισμα του τρόπου με τον οποίο νοήμονα όντα με μεγάλους εγκεφάλους, όπως το είδος μας, ανταποκρινόμαστε στον κόσμο. Είναι αντιδράσεις κατανοητές, που αντανακλούν τις προσωπικές επιθυμίες και ανησυχίες του καθενός μας· αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι αυτού που είμαστε και έχουν νόημα (Moncrieff, 2025).
Ως εκ τούτου, η Moncrieff υποστηρίζει ότι πρέπει να επιστρέψουμε στον προηγούμενο τρόπο πλαισίωσης της κατάθλιψης που αποφεύγει την αναγωγή σε κάποια αδιευκρίνιστη παθολογία του εγκεφάλου αλλά αντίθετα αντιμετωπίζει την κατάθλιψη ως μια μεστή νοήματος αντίδραση του ανθρώπινου νου στις περιστάσεις της ζωής (εμπειρίες όπως το τραύμα, το διαζύγιο, το πένθος, η οικονομική ανασφάλεια, κλπ.). Αυτή η προσέγγιση επιτρέπει στη Moncrieff να συνδέσει το έργο της με τις κλασικές και δυστυχώς πέρα ως πέρα επίκαιρες θέσεις του αντιψυχιατρικού κινήματος το οποίο στην πιο ριζοσπαστική εκδοχή του συνέδεε την ψυχική δυσφορία με τη ζωή στον σύγχρονο καπιταλισμό. Γράφει πιο συγκεκριμένα:
Την ίδια στιγμή που δημιουργεί τις συνθήκες για ανεξέλεγκτη δυσφορία, η νεοφιλελεύθερη κοινωνία μας ενθαρρύνει να βλέπουμε τις αντιδράσεις μας ως προβλήματα της βιολογίας μας—είτε πρόκειται για τη χημεία του εγκεφάλου μας, είτε για τη γενετική μας, είτε για τη νευρολογική μας συγκρότηση. Αυτό βολικά αποσπά την προσοχή από το πώς χαρακτηριστικά του τρέχοντος συστήματος μπορεί να ευθύνονται. Μας εμποδίζει να κατανοήσουμε τα συναισθήματά μας ως «σχόλια πάνω στην κοινωνική ζωή», όπως το έθεσε ο James Davies. Τα αντικαταθλιπτικά είναι η τέλεια παρέμβαση από αυτή την οπτική. Εκτός από το ότι ισχυρίζονται πως επιλύουν ένα κοινωνικό ή προσωπικό πρόβλημα με ιατρικό τρόπο, αποδυναμώνουν την ευαισθησία μας και, επομένως, δυνητικά μας μουδιάζουν απέναντι στην οδύνη, την αδικία και την εκμετάλλευση γύρω μας, καθώς και απέναντι στα δικά μας προβλήματα (Moncrieff, 2025, p. 218).
Το βιβλίο ολοκληρώνεται με μια ανάλυση των νέων ψυχοτρόπων ουσιών που προσελκύουν το ενδιαφέρον της φαρμακοβιομηχανίας ως πιθανά αντικαταθλιπτικά, όπως η κεταμίνη και ορισμένα οπιοειδή. Κι αν η θεωρία της χημικής ανισορροπίας έχει κλονιστεί συθέμελα από το έργο της Moncrieff και των συνεργατών της, ο αυτοκράτορας δεν θα χάσει την ευκαιρία να προβάρει τα καινούργια του ρούχα. Σε αυτό το πλαίσιο, η κριτική της Moncrieff —μεθοδολογικά τεκμηριωμένη και ιστορικά πλαισιωμένη— αποτελεί πολύτιμη παρακαταθήκη για τα νέα πεδία της πάλης.
Το ελληνικό κοινό θα έχει την ευκαιρία να συζητήσει κρίσιμες πτυχές της κατάθλιψης και της χρήσης αντικαταθλιπτικών στην εκδήλωση που διοργανώνει το περιοδικό Misfit με αφορμή την κυκλοφορία του 4ου τεύχους του, το οποίο πρόσφατα φιλοξένησε συνέντευξη της Joanna Moncrieff στο σχετικό αφιέρωμα. Η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί την Παρασκευή 3 Οκτωβρίου στις 18:30 στο Ινστιτούτο ΕΤΕΡΟΝ (Λεωκορίου 38–40, Ψυρρή). Η συγγραφέας θα πραγματοποιήσει μια ομιλία και θα απαντήσει σε ερωτήσεις διαδικτυακά (με παράλληλη μετάφραση) ενώ δια ζώσης θα παρευρεθεί η συντακτική ομάδα του τεύχους.
Βιβλιογραφία
Moncrieff, J. (2019). Ο μύθος της χημικής ίασης: Μια κριτική της ψυχιατρικής φαρμακοθεραπείας. Oposito/Δίκτυο Ακούω Φωνές.
Moncrieff, J., Cooper, R. E., Stockmann, T., Amendola, S., Hengartner, M. P., & Horowitz, M. A. (2023). The serotonin theory of depression: A systematic umbrella review of the evidence. Molecular Psychiatry, 28(8), 3243–3256. https://doi.org/10.1038/s41380-022-01661-0
Moncrieff, J. (2025). Chemically Imbalanced: The Making and Unmaking of the Serotonin Myth (1st ed). History Press.

Ο Νίκος Μυλωνάς είναι μεταδιδακτορικός ερευνητής ψυχικής υγείας στο Εθνικό Σύστημα Υγείας του Ηνωμένου Βασιλείου (NHS). Είναι διδάκτορας φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου του Durham, με μεταπτυχιακές σπουδές στην κοινωνική και πολιτική θεωρία στο Πανεπιστήμιο του Birmingham και προπτυχιακές σπουδές στο Τμήμα Ψυχολογίας από το Πανεπιστήμιο Κρήτης. Η ερευνητική του δραστηριότητα κινείται σε δύο κατευθύνσεις: αφενός μελετά, με εμπειρικές μεθόδους, παρεμβάσεις στον τομέα των εξαρτήσεων και της αστεγίας, και αφετέρου, διερευνά τις φιλοσοφικές και πολιτισμικές διαστάσεις των εξαρτήσεων μέσα από το πρίσμα των ιατρικών ανθρωπιστικών σπουδών (medical humanities), με έμφαση στη λογοτεχνία και το θέατρο. Συμμετέχει στο Mad in Greece από τον Ιούλιο του 2025.